Αφορμή για την συνάντησή μας με την Γαλλίδα καλλιτέχνιδα Camille Pradon στάθηκε η ατομική της έκθεση Hêta (Ήτα) σε επιμέλεια της Ελένης Ρήγα, εμπνευσμένη από τις κοινότητες των σφουγγαράδων στα Δωδεκάνησα.
Η έκθεση παρουσιάζεται από τις 28 Ιουνίου 2025 στο Κατάλυμα της Γαλλίας στη Ρόδο, συνδιοργανώνεται με την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου και το Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος και θα διαρκέσει έως τις 17 Ιουλίου 2025.
Συνέντευξη στην Ευρυδίκη Κοβάνη
Φωτογραφία Paul Mesnager
Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με το Κατάλυμα της Γαλλίας στη Ρόδο και πώς γεννήθηκε η ιδέα για την έκθεση;
Η συνεργασία προέκυψε φυσικά μέσα από την εκτεταμένη μου έρευνα γύρω από τους σφουγγαράδες και τις κοινότητές τους στα Δωδεκάνησα, καθώς και από τη συμμετοχή μου στο επιμελητικό πρόγραμμα του Γραφείου των Υδάτινων Κοινών (Office of Hydrocommons) υπό την καθοδήγηση της Ελληνίδας επιμελήτριας Ελένης Ρήγα (ATOPOS cvc).
Μετά από πρόσκληση σε διάλεξη στο Αμφιθέατρο του Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδας στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2023, προσκλήθηκα αργότερα να συνεχίσω την έρευνά μου στην κεραμική μέσα από μία καλλιτεχνική διαμονή στο εργαστήριο του Καταλύματος της Γαλλίας στη Ρόδο το καλοκαίρι του 2024.
Η πρόθεσή μου ήταν να συνεχίσω την έρευνα της «ηχητικής κεραμικής» που σχετίζεται με την προηγούμενη σειρά έργων μου Anapnoï (2023) και να διερευνήσω νέες μορφές ικανές να παράγουν ήχο, εμπνευσμένες από τον υποβρύχιο κόσμο: σπόγγους, κοράλλια, πέτρες, κοχύλια και ακόμη υποβρύχια έργα τέχνης.
Η ηχητική εγκατάσταση Melodos (2024–2025), που παρουσιάστηκε ως κεντρικό έργο στην έκθεση Ήτα, δείχνει πώς αυτές οι οργανικές, πορώδεις μορφές μπορούν να μετατραπούν σε φορείς κοινών αναμνήσεων που ταξιδεύουν σε όλη τη Μεσόγειο.
Στο τέλος της καλλιτεχνικής μου διαμονής, μετά από ένα μήνα εντατικής δουλειάς, είχα την τύχη να μου προταθεί ατομική έκθεση για το καλοκαίρι του 2025, χάρη στην γενναιόδωρη υποστήριξη της Επίτιμης Προξένου κας Αλίκης Μοσχή, της οποίας η δέσμευση στην ενίσχυση καλλιτεχνικών προγραμμάτων που αναμετρώνται με το τοπικό πολιτιστικό απόθεμα και τις διακρατικές αφηγήσεις ήταν πραγματικά ενθαρρυντική.
Τέλος, η έκθεση λειτουργεί ως συνέχεια της έρευνάς μου από την Τυνησία ως την Ελλάδα -από το αρχιπέλαγος Κερκίννα, τη Σφαξ, τη Μαχντία και την Τύνιδα μέχρι την Αθήνα, το Ηράκλειο, τη Σύμη και την Κάλυμνο- σχεδιάζοντας συνδέσεις ανάμεσα στη μνήμη, τα θαλάσσια οικοσυστήματα (με έμφαση στους θαλάσσιους σπόγγους ως καταλύτες ενσώματης γνώσης, διαγενεακής μεταβίβασης, ανταλλαγής και μεταμόρφωσης) και τις κοινότητες διαμορφωμένες από τη θάλασσα και την κίνηση.
Η πόλη της Ρόδου και το ίδιο το Κατάλυμα της Γαλλίας στη Ρόδο, ιστορικοί τόποι φορτισμένοι με ίχνη πολλών παρουσίων, προσφέρουν ένα ουσιαστικό πλαίσιο για να στοχαστούμε πάνω σε αυτές τις σύνθετες και ‘υποβρύχιες’ ιστορίες.
Τι σημαίνει ο τίτλος της έκθεσης «Hêta»;
Ͱ (Hêta) είναι ένα φοινικικό γράμμα που ενσωματώθηκε στην ελληνική αλφάβητο πριν εξελιχθεί στο σημερινό “ήτα”.
Στο πλαίσιο της έκθεσης, το ήτα γίνεται μεταφορά για μια πολύ συγκεκριμένη στιγμή μετάβασης που βιώνουμε τώρα: έναν εύθραυστο κόμβο όπου αρχαία γνώση και τρόποι ζωής με τη θάλασσα κινδυνεύουν από τις μεταβαλλόμενες οικολογικές και πολιτικές πραγματικότητες.
Για μένα, αυτό το γράμμα λειτουργεί ως γέφυρα που ενσωματώνει τον ήχο μιας αναπνοής και με τράβηξε η εύθραυστη παρουσία του.
Αυτή η αναπνοή αντηχεί επίσης στην εύθραυστη επιβίωση των δυτών κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, ένα θέμα που επανέρχεται στην έκθεση, ιδιαίτερα στο βίντεο The Depths (2025), όπου παρακολουθούμε την εξερεύνηση ενός δύτη κάτω από την επιφάνεια.
Γίνεται ρυθμός, μια εύθραυστη σύνδεση που ενώνει συμβολικά την αναπνοή του δύτη με το απέραντο θαλάσσιο περιβάλλον, ταυτόχρονα εχθρικό και μαγευτικό.
Τελικά, με τράβηξε η ιδέα να δοθεί ένα τίτλος που πρέπει να «ακουστεί» περισσότερο παρά να ιδωθεί.
Πώς έγινε το σφουγγάρι πηγή της έμπνευσής σας;
Το πρώτο έργο της έκθεσης είναι μια ασπρόμαυρη φωτογραφία με τίτλο Genèse (Γένεσις). Δείχνει έναν σπόγγο, πλαισιωμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να θυμίζει αυτί, κοχύλι ή μια κοιλότητα.
Είναι μια ήσυχη, στοιχειώδης μορφή που υπονοεί τη δυνατότητα να αφουγκραστούμε και την πιθανότητα μιας νέας αρχής. Αυτή η εικόνα θέτει τον τόνο για την αφήγηση που ακολουθεί.
Για μένα, ο θαλάσσιος σπόγγος είναι κάτι περισσότερο από ένας ζωντανός οργανισμός. Για αιώνες υπήρξε πηγή ζωής, τελετουργικό αντικείμενο, ιατρικό εργαλείο και, στις πιο εκλεπτυσμένες μορφές του, προϊόν πολυτελείας. Έχει χρησιμοποιηθεί για την προσωπική υγιεινή, σε καλλιτεχνικές τεχνικές και καθαριότητα (του σπιτιού), τόσο στη βιομηχανία όσο και στην καθημερινή ζωή.
Η φύση του σφουγγαριού -πορώδης, ευμετάβλητη, απορροφητική- τον έκανε δύσκολο να κατηγοριοποιηθεί. Και αυτό με γοητεύει: η αντίσταση στην ταξινόμηση για πολλά χρόνια.
Ακόμα και σήμερα, οι επιστήμονες εξερευνούν την πολυπλοκότητά του και την αξιοσημείωτη ποικιλία των ειδών του. Η βιολογία του σφουγγαριού συνδέεται βαθιά με την επιβίωση και την ευθραυστότητα, αντανακλώντας τις ζωές αυτών που τον συλλέγουν εδώ και γενιές.
Μέσα από την έρευνά μου και από τις δύο πλευρές της Μεσογείου, βρήκα στο σφουγγάρι μια γλώσσα για να μιλήσω για τη φροντίδα, την εξάντληση, την εξόρυξη και την ανθεκτικότητα: θέματα συνυφασμένα με ιστορίες των ανθρώπων και της φύσης.
Θα θέλατε να μας μιλήσετε για τις προκλήσεις που συναντήσατε κατά την έρευνά σας;
Μία από τις κύριες προκλήσεις ήταν να δουλέψω με θραυσματικές (αποσπασματικές) ή εύθραυστες μορφές μνήμης και αρχαίας γνώσης – προφορικές μαρτυρίες, χειρονομίες και ιστορίες που δεν είναι πάντα εύκολα προσβάσιμες ή καλοδιατηρημένες.
Η προσέγγισή μου χρειάστηκε χρόνο, φυσική παρουσία και βαθιά ακρόαση, ιδιαίτερα όταν συνεργαζόμουν με δύτες, οικογένειες δυτών και επιστήμονες.
Η άλλη πρόκληση ήταν υποβρύχια· έπρεπε να πλησιάσω όσο το δυνατόν πιο κοντά στο θέμα μου. Έτσι βούτηξα, τόσο στην Τυνησία όσο και στην Κάλυμνο, και μέσα από αυτή τη διαδικασία συνειδητοποίησα πώς κινείται το σώμα μαζί με την αναπάντεχη φύση της θάλασσας.
Επιπλέον, ως γυναίκα καλλιτέχνιδα αντιμετώπισα τις δικές μου δυσκολίες όταν εισήλθα σε βαθιά αντρικά περιβάλλοντα, συχνά επιφυλακτικά απέναντι μου. Ωστόσο, μόλις ξεπεράστηκε η αρχική απόσταση, η ομάδα μου κι εγώ εκπλαγήκαμε από την ειλικρίνεια και το βάθος των ιστοριών που μοιράστηκαν μαζί μας.
Συμπερασματικά, αυτή η έρευνα συχνά με οδήγησε σε χώρους αβεβαιότητας, όπου τα πράγματα δεν είναι πλήρως γνωστά ή ορατά κι έχω μάθει να δέχομαι αυτή την αίσθηση αμφισημίας παρά να την επιλύω.
Πώς έχει επηρεάσει την τέχνη σας το γεγονός ότι είστε Γαλλίδα;
Δεν θεωρώ ότι η εθνικότητα καθορίζει το έργο μου· με επηρεάζει περισσότερο η θέση της διαμεσολάβησης ανάμεσα σε γλώσσες και γεωγραφίες. Ζω και εργάζομαι στη Γαλλία, αλλά η πρακτική μου συχνά εξελίσσεται αλλού -όπως στην περιοχή της Μεσογείου, όπου ιστορίες και σώματα βρίσκονται διαρκώς σε κίνηση.
Το να είμαι Γαλλίδα σημαίνει να περιηγούμαι σε μια χώρα με ισχυρές πνευματικές παραδόσεις, αλλά και μία τάση για εξιδανίκευση της πολιτιστικής της προοπτικής.
Το έργο μου αντιστέκεται σε αυτό με πολλούς τρόπους, εστιάζοντας στη γνώση που είναι θεμελιωμένη σε συγκεκριμένη τοπικότητα και σε ό,τι ξεφεύγει από τα κυρίαρχα αφηγήματα· με άλλα λόγια, σε οριακούς χώρους και «ζώνες επαφής» μεταξύ ζωντανών μορφών και περιβαλλόντων.
Δεν επιδιώκω να αντιπροσωπεύσω, αλλά να ακούσω και να αφήσω χώρο για ό,τι “τρέμει”, ξεγλιστρά ή αντιστέκεται στη μετάφραση.
Οι καλλιτέχνες βλέπουν τον κόσμο διαφορετικά από τους άλλους;
Δεν θα έλεγα ότι ‘βλέπουν΄ διαφορετικά, αλλά ίσως αφήνουν χρόνο στα πράγματα πριν τα καθορίσουν.
Οι καλλιτέχνες συχνά κατοικούν στην αμφισημία, σε ό,τι αντιστέκεται στη λειτουργικότητα ή στην σαφήνεια. Αυτό που ίσως απορρίπτεται ως άσχετο, αργό ή περιθωριακό στην καθημερινή ζωή γίνεται υλικό για σκέψη.
Ίσως δεν είναι τόσο θέμα διαφορετικού τρόπου όρασης, αλλά η καλλιέργεια μιας ιδιαίτερης προσοχής – μιας προσοχής που επιτρέπει την αβεβαιότητα, την πολυπλοκότητα και την ευθραυστότητα, ενώ παραμένει κοντά στην εμπειρία και την οικειότητα.
Θεωρείτε πιο σημαντικό το ταλέντο ή τις τεχνικές και την επίμονη δουλειά;
Αυτό που πραγματικά μετράει είναι η επιμονή – πώς οξύνεις τα εργαλεία σου, αναπτύσσεις τη γλώσσα σου και παραμένεις πιστός στις ερωτήσεις που σε κυνηγούν.
Σύμφωνα με την εμπειρία μου, η μακρόχρονη έρευνα πεδίου, η υπομονετική ακρόαση και η οικοδόμηση ισχυρών σχέσεων με τους ανθρώπους που συνεργάζεσαι -και όλους όσους συναντάς- έχουν διαμορφώσει την πρακτική μου όσο και η τεχνική δεξιότητα.
Είναι μια διαρκής διαδικασία ανάπτυξης βασισμένη στη δέσμευση, τον στοχασμό και το διάλογο. Το υλικό με το οποίο δουλεύω αναδύεται από αυτή την παρουσία και συνεχή προσοχή.
Πώς καθορίζει ή διαμορφώνει το σφουγγάρι την πολιτιστική ταυτότητα των τόπων;
Το ενδιαφέρον μου για τους σπόγγους και τους δύτες άρχισε το 2020, ενώ έκανα έρευνα στην Τυνησία. Τότε ερευνούσα την ιστορία ενός αρχαίου ναυαγίου που μετέφερε κλεμμένα ελληνικά έργα τέχνης. Είναι αξιοθαύμαστο ότι Έλληνες δύτες ανακάλυψαν το ναυάγιο το 1907, κατεβαίνοντας σε βάθος 40 μέτρων.
Διαβάζοντας για αυτό το επεισόδιο από τα αρχεία, άνοιξε μπροστά μου ένα πεδίο διερεύνησης: όχι μόνο για την ιστορική παρουσία των ελληνικών δύτων στη Μεσόγειο, αλλά και για τις πολύπλοκες διαδρομές που ακολούθησαν.
Συνειδητοποίησα επίσης ότι μερικά από τα εργαλεία και τις τεχνικές τους, όπως η χρήση του γυαλιού, συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται σήμερα από Τυνήσιους δύτες, στα νησιά Κερκένα, για παράδειγμα.
Στη δεύτερη αίθουσα της έκθεσης εκτίθενται τρεις φωτογραφίες από τη σειρά Miroirs (2023). Πήρα αυτές τις εικόνες μέσα από ένα γυαλί (ένα παραδοσιακό εργαλείο – φακός για τους σφουγγαράδες) που έφερα πίσω από τη Σφαξ αφού επέστρεψα από τα νησιά Κερκένα.
Οι φωτογραφίες συλλαμβάνουν ταυτόχρονα την επιφάνεια και το βάθος της θάλασσας μέσα σε ένα πλαίσιο, αποκαλύπτοντας μια κοσμική αίσθηση που θολώνει τα όρια ανάμεσα στη γη και τον ουρανό.
Σε μέρη όπως η Κάλυμνος, ο σπόγγος δεν είναι απλώς ένα εργαλείο: είναι φορέας μνήμης. Σχημάτισε τελετουργίες, εποχικές μεταναστεύσεις, οικονομίες και συγγενικές δομές. Τα εργαλεία της τέχνης, τα τραγούδια, ακόμη και οι τραυματισμοί από τα ατυχήματα κατά την κατάδυση έγιναν μέρος ενός κοινού λεξιλογίου σε όλο τα Δωδεκάνησα και πέραν από αυτά.
Αυτό περιγράφω στο δοκίμιό μου με τίτλο Crippling Depths, που δημοσιεύτηκε φέτος από τις εκδόσεις Kyklada Press στην Αθήνα. Σε αυτό επικεντρώνομαι στην ιστορία του χορού του Μηχανικού που δημιουργήθηκε το 1952 από τον Θεόφιλο Κλωναρή για να επαναφέρει τη μορφή του τραυματισμένου σφουγγαρά στο κέντρο της κοινωνικής ζωής.
Σύντομα, ο χορός έγινε μοτίβο σε όλα τα Δωδεκάνησα και πρόσφατα αναγνωρίστηκε ως τμήμα της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας.
Πολλοί Έλληνες δύτες μετανάστευσαν επίσης στη Φλόριντα, όπου ανακαλύφθηκαν πληθυσμοί σπόγγων. Σε πόλεις όπως το Tarpon Springs, με το υψηλότερο ποσοστό Ελληνοαμερικανών στις ΗΠΑ, η κατάδυση σπόγγων διαμόρφωσε την τοπική ταυτότητα και οικονομία.
Αυτή η ιστορία μετανάστευσης βρήκε θέση και στην ποπ κουλτούρα, ιδιαίτερα στην ταινία του 1953 Beneath the 12‑Mile Reef, που απεικόνιζε τις ζωές και τους αγώνες των ελληνοαμερικανών σφουγγαράδων.
Ο σπόγγος κατέχει θέση στην συλλογική ταυτότητα ως κάτι ταυτόχρονα οικείο και οικολογικό – συνυφασμένο με το σώμα και τη θάλασσα. Ακόμη και σήμερα, ίχνη αυτής της σχέσης αντέχουν σε χειρονομίες, ιστορίες και υλικό πολιτισμό.
Συμβολίζει έναν τρόπο σχέσης με τα βάθη, όχι απλώς για λόγους εξόρυξης, αλλά μέσα από ενσώματη εμπειρία και μια αναγκαία ευαισθησία για τον θαλάσσιο κόσμο.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η CAMILLE PRADON
Η Camille Pradon είναι Γαλλίδα εικαστικός, γεννημένη το 1993.
Χρησιμοποιώντας την εικόνα ως ευαίσθητο υλικό, διεξάγει εις βάθος έρευνα για τις έννοιες της μετατόπισης και των αποσπασματικών αφηγήσεων. Μέσα από το βίντεο, την εικαστική εγκατάσταση, τη φωτογραφία, το σχέδιο και την κεραμική, η Camille Pradon προωθεί μια εικαστική γλώσσα που παίζει με το πορώδες μεταξύ των μέσων.
Η δουλειά της εκτίθεται τακτικά στη Γαλλία και στο εξωτερικό, όπως στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Μάντσεστερ (Ηνωμένο Βασίλειο), στη Cité internationale des arts (Παρίσι), στη Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης της Λυών, στο Gabes Cinema Fen Festival (Τυνησία), Wallonie – Κέντρο Βρυξελλών (Παρίσι) και στο Mucem (Μασσαλία).
Τα δοκίμιά της αποτελούν μέρος διαφόρων καλλιτεχνικών εκδόσεων, όπως το Le Magazine du Jeu de Paume και το Kyklada Press.
Η Camille Pradon αποφοίτησε από την Ανώτατη Σχολή Τέχνης και Σχεδίου του Saint-Étienne το 2015 και σπούδασε στην Accademia di Belle Arti di Bologna, Ιταλία.
Το 2020 και το 2021, συμμετείχε στο πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών στη Cité internationale des arts de Paris, στη Villa Salammbô – Γαλλικό Πολιτιστικό Ινστιτούτο της Τυνησίας και στο Nouveau Grand Tour Residency Program – Γαλλικό Πολιτιστικό Ινστιτούτο της Ιταλίας.
Ζει και εργάζεται στο Παρίσι και εκπροσωπείται από την γκαλερί Lilia ben salah, Παρίσι.
