ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΔΑΝΑΗΣ ΚΑΙ ΧΡΥΣΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΙΜΩΜΕΝΗ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥΣ ΕΙΡΗΝΗ ΒΟΓΙΑΤΖΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΗ
Η Δανάη και η Χρύσα Χαραλάμπη είναι θυγατέρες της αείμνηστης Ειρήνης Βογιατζή Χαραλάμπη στην οποία είναι αφιερωμένο το 9ο Φεστιβάλ Καλλιτεχνικής Δημιουργίας Ροδίων. Στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλούν για την μητέρα τους.
Συνέντευξη στο Νίκο Κωνσταντινίδη
Σας καλωσορίζουμε σε αυτή την συνέντευξη που σκοπό έχει να προβάλει το έργο των νέων δημιουργών, αλλά με τον δικό του τρόπο και να τιμά τους ανθρώπους των τεχνών που άφησαν το καλλιτεχνικό τους αποτύπωμα στο τόπο.
Πριν λίγο καιρό σας ενημερώσαμε ότι τιμώμενο πρόσωπο του Φεστιβάλ θα είναι η αείμνηστη μητέρα σας και τιμώμενο νησί η Σύμη. Πώς αισθανθήκατε με αυτή την είδηση;
Δανάη: Μπορώ να φανταστώ τη χαρά της και τη συγκίνησή της για την μεγάλη τιμή. Τα ίδια συναισθήματα διακατέχουν και εμένα. Χαίρομαι για τη μητέρα μου. Χαίρομαι που η προσφορά της αναγνωρίζεται και συγκινούμαι γιατί μέσα από το έργο της πρόσφερε και προσφέρει στον κάθε αναγνώστη ένα διαφορετικό παράθυρο για να βλέπει τον κόσμο.
Η Σύμη, νησί αγαπημένο, νησί των παιδικών μου και όχι μόνο, καλοκαιριών, είναι σημείο αναφοράς για όλη την οικογένεια. Μπορεί να μην γεννήθηκε εκεί, αλλά η ψυχή της ήταν γεμάτη από τη Σύμη.
Για όλα αυτά, λοιπόν, αισθάνθηκα ό,τι κι εκείνη θα ένιωθε και είναι σαν να τη βλέπω να λέει συγκινημένη «Ευχαριστώ».
Χρύσα: Όταν ενημερώθηκα ότι τιμώμενο πρόσωπο του Φεστιβάλ θα είναι η μητέρα μου και το τιμώμενο νησί η Σύμη, αμέσως είδα το πρόσωπο της μαμάς μου να μου χαμογελάει και να μου λέει: «Δεν με ξέχασαν…» Αισθάνθηκα τιμή και ικανοποίηση, γιατί έτσι ακριβώς θα αισθανόταν και η ίδια.
Η Σύμη είναι το νησί που μεγάλωσε και το νησί που κι εμείς, ως παιδιά της, αγαπήσαμε και έχουμε τόσες αναμνήσεις από τα παιδικά μας χρόνια. Η συγκίνηση είναι μεγάλη.
Η μητέρα σας ήταν αγαπητή δασκάλα. Υπηρέτησε σε πολλά σχολεία της Ρόδου και κατ’ επιλογήν στο 12ο Δημοτικό Σχολείο στο Ορφανοτροφείο Θηλέων. Όμως ήταν και μια στοργική μητέρα. Μιλήστε μας για την Ειρήνη-μητέρα.
Δανάη: Αρχικά, η παιδική μου ηλικία έχει μια ιδιαιτερότητα. Την είχα δασκάλα στο σχολείο για τρεις χρονιές: από την τετάρτη Δημοτικού μέχρι και την έκτη, οπότε οι ρόλοι, ξέρετε, ήταν διαπλεκόμενοι. Στο σπίτι, πολλές φορές, ξεχνιόμουν και την αποκαλούσα «κυρία». Γελούσαμε τότε και οι δυο…
Αρχικά, ήταν αυστηρή στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια, στην πορεία όμως έγινε η καλύτερη μου φίλη. Σε καθημερινή βάση, είτε ήμουν στη Ρόδο, είτε έλειπα για σπουδές στην Κρήτη και στην Αγγλία, θα της έλεγα τα νέα μου, τις σκέψεις μου, τα συναισθήματα μου. Το ίδιο, βέβαια, ίσχυε και για εκείνη.
Είχε ένστικτο η μητέρα μου. Θυμάμαι μια φορά είχα κοιμηθεί σε ένα λεωφορείο στο Λονδίνο, όπου σπούδαζα, και άργησα να επιστρέψω στο σπίτι. Είχα φοβηθεί τότε γιατί βρέθηκα βράδυ σε μια άγνωστη γειτονιά πολύ μακριά από το σπίτι μου. Την είχα πάρει τηλέφωνο από νωρίς και είχαμε πει ότι θα μιλούσαμε την επομένη. Δεν περίμενε, δηλαδή, τηλέφωνο μου.
Όμως, ένιωσε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και όταν γύρισα στο σπίτι, βρήκα 5-6 μηνύματα στον τηλεφωνητή, όπου με σπασμένη φωνή μου ζητούσε να την πάρω τηλέφωνο μόλις επιστρέψω. Δεν είχαμε και κινητά τότε, βλέπετε…
Καταλάβαινε τα πάντα, ακόμα και χωρίς να της τα πεις. Με ένα βλέμμα της σε παρακινούσε να της μιλήσεις και τότε ο λόγος της ο συμβουλευτικός, ο παρηγορητικός μπορούσε να τα αλλάξει όλα.
Είχε συμμετοχή στη ζωή μου. Γνώριζε και δεν ήταν ποτέ μα ποτέ καταπιεστική. Είχε ευθυκρισία στις συζητήσεις μας και δεν «χάιδευε αυτιά». Αυτό με επηρέασε βαθιά. Δεν ήταν ο άνθρωπος της αγκαλιάς, αλλά της πράξης. Οι ενέργειες της φώναζαν αγάπη.
Της άρεσε ιδιαίτερα η ομορφιά. Οι όμορφοι άνθρωποι, οι όμορφες προθέσεις, η ομορφιά γύρω της. Την ήθελε και την ζητούσε. Ο θάνατος της, για μένα, ήταν στην ουσία ένα γεγονός ασύμβατο με τη λογική. Προφανώς κάθε παιδί μπορεί να αισθάνεται έτσι για τη μητέρα του, όμως σε ότι με αφορά, η μητέρα μου ήταν συνώνυμο της ζωής. Δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ότι η «απέθαντη» μαμά μου, δεν ήταν πια εδώ. Αν πρέπει να ξεχωρίσω κάτι που την χαρακτήριζε, θα ήταν ακριβώς αυτό: ότι ήταν η ίδια η ζωή.
Χρύσα: Η μητέρα μου υπήρξε λίγο αυστηρή στα παιδικά μου χρόνια αλλά και προστατευτική ταυτόχρονα. Από την εφηβεία μου, όμως, και μετά ήταν μαμά και φίλη μου! Δεν υπήρχε κάτι που να μην γνώριζε για μένα: ήταν συμβουλευτική, δοτική, καλή ακροάτρια και μας ήθελε ανεξάρτητες και δυναμικές.
Η μητέρα σας ήταν αγαπημένη φίλη και μέλος της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών. Επιδόθηκε περισσότερο στη συγγραφή μετά τη συνταξιοδότησή της και όταν πια δεν είχε τη φροντίδα σας. Τι έχετε να πείτε γι’ αυτό;
Δανάη: Η μητέρα μου πάντα έγραφε. Τη θυμάμαι να γράφει ποιήματα από τότε που ήμουν στο δημοτικό. Έγραφε όποτε είχε έμπνευση για κάτι, απλά δεν τα είχε δημοσιεύσει. Με το πέρασμα του χρόνου, πήρε την απόφαση να τα δημοσιοποιήσει.
Δεν νομίζω ότι επιδόθηκε στη συγγραφή μετά τη συνταξιοδότησή της. Τουλάχιστον δεν ήταν μια συνειδητή επιλογή. Απλά είχε περισσότερο χρόνο και περισσότερη διάθεση.
Χρύσα: Δεν άλλαξε κάτι, γιατί η μητέρα μου πάντα έγραφε πολύ πριν συνταξιοδοτηθεί. Στο σπίτι ήταν πάντα η μαμά μου!
Η μητέρα σας ήταν μια ποιήτρια και συγγραφέας με ιδιαίτερη ευαισθησία, φαντασία και ήθος. Ποιες είναι οι μνήμες που έχετε από την εφηβική-νεανική ηλικία σας, σε σχέση με τη μητέρα σας, όταν άρχισε να γίνεται ευρύτερα γνωστή;
Δανάη: Δεν άλλαξε κάτι. Όπως ήταν πριν, έτσι συνέχισε να είναι. Αυτό που θα ξεχώριζα, όμως, είναι η σκηνική της παρουσία και η εκφορά του λόγου της στις παρουσιάσεις των βιβλίων της ή σε θεατρικά δρώμενα.
Την είχε ζητήσει, ξέρετε, ο Μάνος Κατράκης με σύμφωνη γνώμη της Μαίρης Αρώνη, για να σπουδάσει θέατρο, όταν την παρακολούθησε σε μια θεατρική παράσταση εδώ στη Ρόδο. Ήταν μόλις 17 ετών. Αρνήθηκε να πάει στην Αθήνα με τη δικαιολογία ότι ήθελε να σπουδάσει και να παντρευτεί. Ο Κατράκης είχε πει τότε στη γιαγιά μου ότι μπορεί να την κερδίσει μια οικογένεια αλλά θα τη χάσει μια ολόκληρη Ελλάδα.
Η άρνησή της δεν της δημιούργησε κανένα απωθημένο. Ήταν άνθρωπος χορτάτος και ισορροπημένος. Ήταν από τους πιο ισορροπημένους ανθρώπους που έχω γνωρίσει στη ζωή μου.
Στη σκηνή μπορούσε να μεταμορφωθεί. Αυτή η μεταμόρφωση είναι κυρίαρχη στη μνήμη μου. Στο σπίτι ήταν πάντα η ίδια αγαπημένη μαμά και δεν επηρέασε στο ελάχιστο στην καθημερινότητα της η όποια εκδήλωση, παρουσίαση μυθιστορήματος ή ποιητικής συλλογής. Δεν άλλαξε τίποτα στη συμπεριφορά της. Απολύτως τίποτα. Ήταν το ίδιο προσηνής, δοτική και υπέροχη.
Χρύσα: Δεν θεωρώ ότι άλλαξε κάτι όταν η μητέρα μου έγινε ευρύτερα γνωστή. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι όταν καλεσμένη στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση ή ακόμα και στις παρουσιάσεις των βιβλίων της, η ερώτηση της ήταν πάντα : «Πώς ήμουν; Ήμουνα καλή;» Την επιβεβαίωση ήθελε που κρατούσε λεπτά, δευτερόλεπτα και πάλι μπαίναμε στην καθημερινότητά μας, στη ζωή μας.
Σας διάβαζε κάποια από τα ποιήματα της; Μοιραζόταν μαζί σας την δημιουργική της έμπνευση;
Δανάη: Πάντα. Η μητέρα μου ήταν πολυγραφότατη. Θυμάμαι αμέτρητες λογοτεχνικές βραδιές στο σαλόνι ή στην κουζίνα του σπιτιού μας, να συζητάμε, για έννοιες, ήρωες, ανθρώπινες καταστάσεις. Αυτό ήταν ένα από τα βασικά της χαρακτηριστικά.
Χρύσα: Συνέχεια μας έδινε να διαβάσουμε ό,τι έγραφε είτε ήταν κάποιο ποίημα ή κάποιες σελίδες από το μυθιστόρημα που έγραφε εκείνη την περίοδο. Θυμάμαι να της λέω: «Μη μου δίνεις σελίδα-σελίδα. Θέλω να το διαβάσω ολοκληρωμένο». Εκείνη όμως ήθελε τη γνώμη μας. Δεν άκουγε!
Κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στη δημιουργική πορεία της μητέρας σας, ποια θεωρείτε ότι είναι τα σημαντικότερα επιτεύγματα στο χώρο της ποίησης και της συγγραφικής της δραστηριότητας;
Δανάη: Η καλλιτεχνική δημιουργία της μητέρας μου έχει, κατά τη γνώμη μου, ένα βασικό χαρακτηριστικό∙ αυτό του σπαραγμού ανάμεσα σ’ αυτό που ζει κανείς και σ’ αυτό που θα επιθυμούσε. Αυτό είναι εμφανές στην ποίηση της.
Από τις ποιητικές της συλλογές μπορώ να ξεχωρίσω τον Άνεμο Έρωτα και Το Ψύχος των Ψυχών. Από τη συγγραφική της δραστηριότητα θα έλεγα το Πικρό Νερό. Το ήξερε και η ίδια, γιατί της το είχα πει και το είχαμε συζητήσει.
Χρύσα: Από τις ποιητικές της συλλογές ξεχωρίζω το «Άνεμος Έρωτας». Είχαμε βρει μαζί τον τίτλο στο κυλικείο της ΕΡΤ, όταν ήταν καλεσμένη στην εκπομπή του κ. Βασίλη Βασιλικού. Από τα μυθιστορήματα της, θα πω το πρώτο της τον «Άγγελο από ζάχαρη», ίσως γιατί σ’ αυτό υπάρχουν κάποια βιογραφικά στοιχεία της οικογένειας της, παραποιημένα βέβαια, αλλά υπάρχουν.
Επηρέασε τη διαμόρφωση της προσωπικότητας σας και την επιλογή των σπουδών σας και του λειτουργήματος που ακολουθήσατε στη ζωή σας;
Δανάη: Η μητέρα μου ήταν ένας ελεύθερος άνθρωπος, υπό αυτή την έννοια μπορώ να πω ότι, ναι, με επηρέασε ως προς τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα. Προωθούσε πάντα στις συζητήσεις μας την έννοια της ελευθερίας σε συνδυασμό με την αγάπη προς τον άνθρωπο. Έχω μέσα στη σκέψη μου, αυτή την μικρή φωνή που μου ψιθυρίζει «εκείνη τι θα έλεγε γι’ αυτό;» και τολμώ να πω ότι με διαμόρφωσε ως ανεξάρτητο -όσο το δυνατόν- άνθρωπο.
Ως προς τις σπουδές δεν ισχύει το ίδιο. Δεν είχα καμία επιρροή από τη μητέρα μου ως προς την επιλογή του αντικειμένου σπουδών. Από το δημοτικό ήθελα να γίνω αρχαιολόγος. Είχα βαθύτατα εντυπωσιαστεί από την ανακάλυψη του τάφου της Βεργίνας από τον Μανόλη Ανδρόνικο. Σπούδασα, λοιπόν, Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης.
Στο μηχανογραφικό, θυμάμαι, δεν είχα δηλώσει καν τις παιδαγωγικές σχολές. Δεν ήταν στις προθέσεις μου να διδάξω σε σχολείο αλλά να εργαστώ στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, όπου και εργάστηκα με συμβάσεις. Οι συγκυρίες με οδήγησαν στην εκπαίδευση. Δεν ήταν μια επιλογή την οποία θα στήριζα όταν τελείωσα τις σπουδές μου.
Χρύσα: Θυμάμαι όταν συμπλήρωνα το μηχανογραφικό μου να μου λέει: «Δήλωσε Παιδαγωγικά» εγώ αρνιόμουν, ήθελα να σπουδάσω Διοίκηση Επιχειρήσεων. Όταν, λοιπόν, πήγα, συνειδητοποίησα ότι δεν είχα καμία σχέση με το αντικείμενο. Η μαμά μου είχε δίκιο. Σπούδασα τελικά βρεφοκόμος.
Αργότερα κατάλαβα ότι φοβόμουν τη σύγκριση. Τη θαύμαζα τη μαμά μου. Βέβαια, όταν με είδε σε μια παράσταση που ανεβάσαμε με τη σχολή μου στην Αθήνα στο θέατρο Κνωσός, μου είπε: «Παιδί μου, λάθος επάγγελμα διάλεξες, ηθοποιός έπρεπε να γίνεις!»
Τελικά θεωρείτε ότι η μητέρα-Ειρήνη ζει εντός σας;
Δανάη: Αν η μνήμη (και στην προκειμένη περίπτωση καθημερινή) είναι ένας άλλος τόπος ύπαρξης, τότε ναι, η μητέρα μου ζει μέσα από οτιδήποτε μπορεί να καθορίσει τη μέρα μου, μέσα από απλά ή σύνθετα περιστατικά της ζωής μου.
Χρύσα: Δεν έχει περάσει μέρα που να μην έχω αναφερθεί σε εκείνη. Για ό,τι ευχάριστο ή δυσάρεστο συμβαίνει στη ζωή μου, θα ήθελα να ήταν εδώ, να της το πω, να με ακούσει, να μου μιλήσει! Είναι παντού!
Σύντομο βιογραφικό Ειρήνης Βογιατζή Χαραλάμπη
Η Ειρήνη Βογιατζή-Χαραλάμπη, γεννήθηκε το 1945 στη Λεμεσό της Κύπρου, με καταγωγή από την Σύμη. Οι γονείς της ήταν Συμιακοί (ο πατέρας της ήταν ο Σωτήρης Βογιατζής και μητέρα της η Δικαία Χατζηστρατή). Ήταν μοναχοκόρη δύο πολύ καλών γονιών. Σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ρόδου, από όπου αποφοίτησε το 1965.
Σαν δασκάλα, υπηρέτησε στο Πρεβαντόριο, σε χωριά της Ρόδου και για πολλά χρόνια, στο 12ο Δημοτικό σχολείο στο Ορφανοτροφείο Θηλέων. Επιδόθηκε στο ποιητικό και το συγγραφικό της έργο κυρίως μετά την συνταξιοδότησή της.
Υπήρξε μέλος του Δ.Σ. του Διεθνούς Κέντρου Λογοτεχνών και Μεταφραστών Ρόδου, μέλος της συντακτικής επιτροπής του λογοτεχνικού περιοδικού «Helios», Μέλος της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου και μέλος του Δ.Σ. του Πολιτιστικού Οργανισμού Ανάπτυξης της Νομαρχίας Δωδεκανήσου.
Βιβλία της (Διηγήματα – μυθιστορήματα):
Άγγελος από ζάχαρη, Ποθητή των ανέμων, Πικρό νερό, Ο γιος της παστρικιάς, Σημάδι στο στήθος, Χόρεψε για μένα μόνο, Όλα σε μια ζαριά.
Ποιητικές συλλογές:
Γυάλινα φτερά, Αποχρώσεις χρέους, Γύρη του κάκτου, Φωτιάς φτερούγα στα ματόκλαδα, Άνεμος έρωτα, Στην ερημιά του άλλου, Το ψύχος των ψυχών.
26 Δεκεμβρίου 2015, πριν από 10 περίπου χρόνια, άφησε τη τελευταία της πνοή, προκαλώντας απερίγραπτη θλίψη στα μέλη της οικογένειας της, τους συμπολίτες της και την πνευματική κοινότητα της Δωδεκανήσου.
Για το έργο και την προσωπικότητα της τιμωμένης Ειρήνης Βογιατζή Χαραλάμπη θα πραγματοποιηθεί ειδικό αφιέρωμα στο Γαλλικό Κατάλυμα την Τετάρτη 3/9/25 (19:00). Ομιλητές: Τίτσα Πιπίνου, Σουλειμάν Αλάγιαλη Τσιαλίκ, Νίκος Κωνσταντινίδης, Δανάη Χαραλάμπη, Χρύσα Χαραλάμπη.