Λίνα Ροδοπούλου Τραγουδίστρια | Συνέντευξη

Η Λίνα Ροδοπούλου έχει διαμορφώσει το δικό της μουσικό στυλ. Αγαπάει τα γαλλικά τραγούδια και τα ερμηνεύει μοναδικά στο δίσκο της «Nouvelle Passion». Την ερμηνεία της συνοδεύει η κέλτικη άρπα. Οι εμφανίσεις της αυτό το καλοκαίρι μας έδωσαν την ευκαιρία για μία ενδιαφέρουσα συζήτηση μαζί της.

Συνέντευξη στην Ευρυδίκη Κοβάνη

Πότε αποφασίσατε ότι ο δρόμος σας θα είναι το τραγούδι;

Το ότι η μουσική θα έπαιζε σπουδαίο ρόλο στη ζωή μου, το συνειδητοποίησα από την ηλικία των δεκαπέντε ετών όπου βρέθηκα για πρώτη φορά στη σκηνή τραγουδώντας. Πέρασαν όμως αρκετά χρόνια ώστε να αποφασίσω ότι θα αποτελέσει το επάγγελμα μου. Αυτό έγινε κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στο κλασσικό τραγούδι.

Είναι το ταλέντο ή το περιβάλλον και οι επιρροές που μας καθορίζουν περισσότερο;

Κατά την άποψη μου το περιβάλλον και οι επιρροές μας είναι αυτές που μας καθορίζουν περισσότερο, ειδικά στον τομέα της μουσικής. Τα βιώματά μας είναι αυτά που μας πηγαίνουν κυρίως προς μια κατεύθυνση. Αυτό που κάνει το ταλέντο είναι, το να μας καθιστά όσο το δυνατόν καλύτερους στο δρόμο τον οποίο έχουμε επιλέξει.

Τι είναι αυτό που αρχικά σας συγκίνησε στο γαλλικό τραγούδι ώστε να του αφιερώσετε μεγάλο κομμάτι της καλλιτεχνικής σας έκφρασης;

Κατ΄ αρχάς έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο το γεγονός ότι μιλώ τη γαλλική γλώσσα, την οποία και αγαπώ πολύ. Κατά δεύτερον, η γαλλική μουσική εμπεριέχει έναν ρομαντισμό και μια πολύ εκπλεπτυσμένη αισθητική που θεωρώ ότι μου ταιριάζουν πολύ.

Άλλο ένα στοιχείο που με γοήτευσε στο γαλλικό τραγούδι ώστε να ασχοληθώ τόσο επισταμένα με αυτό, είναι ότι οι μελωδίες του μοιάζουν πολύ με τις ελληνικές, γεγονός που εξηγεί και το ότι υπάρχουν πολλά ελληνικά τραγούδια μεταφρασμένα στα γαλλικά, αλλά και το αντίθετο.

Πώς προσεγγίσατε την αναμέτρηση με Γάλλους τραγουδιστές που είχαν παλαιότερα ερμηνεύσει τραγούδια που περιλάβατε στον δίσκο σας «Nouvelle Passion»;

Πρώτο μέλημα μου ήταν να απαλλαχτώ από το άγχος της σύγκρισης με τους Γάλλους ερμηνευτές των τραγουδιών αυτών οι οποίοι είναι σπουδαίοι. Ως Ελληνίδα είχα την επιπρόσθετη δυσκολία της γλώσσας εφόσον δεν ερμήνευα στη μητρική μου, όμως με σεβασμό και πολλή μελέτη, αποφάσισα να είμαι ο εαυτός μου και να προσπαθήσω να εξωτερικεύσω την αισθαντικότητα που πηγάζει από τα τραγούδια αυτά με τον δικό μου τρόπο.

Υπήρξαν άνθρωποι που σας επηρέασαν βαθιά;

Οι άνθρωποι που με έχουν επηρεάσει βαθιά είναι κυρίως ερμηνευτές, τόσο Έλληνες όσο και από τη διεθνή σκηνή. Η Lorena McKennitt με έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό και θεωρώ έχει συμβάλλει κατά πολύ στο γεγονός ότι ασχολούμαι με την κέλτικη άρπα, όπως και η Dulce Pontes νιώθω ότι έχει διαμορφώσει την αισθητική μου.

Από τις Ελληνίδες ερμηνεύτριες τη μεγαλύτερη επιρροή επάνω μου έχει ασκήσει η Νάνα Μούσχουρη, την οποία θαυμάζω απεριόριστα. Έχω δει και τις τρεις ζωντανά και νιώθω πολύ τυχερή για αυτό.

Πώς γεννήθηκαν το «Αέναο» και η «Κόκκινη βροχή»;

Και τα δύο αυτά τραγούδια έχουν ένα κοινό. Γεννήθηκαν κατά την περίοδο της καραντίνας, μια περίοδο που εύχομαι να μη χρειαστεί να ξαναζήσουμε. Η «Κόκκινη βροχή» ήταν η πρώτη μου απόπειρα να δημιουργήσω το δικό μου προσωπικό υλικό.

Την εποχή εκείνη λοιπόν ο συνεργάτης μου, Αντώνης Καρατζίκης, έγραψε τη μουσική και αν και δεν αποτελεί για εμένα αυτοσκοπό, αποφάσισα να γράψω τους στίχους. Οι στίχοι μιλούν για δύο καρδιές, εννοώντας τους διαφορετικούς εαυτούς που μπορεί να κρύβουμε.

Το «Αέναο» είναι ένα τραγούδι που υπογράφει τους στίχους και τη μουσική ο Θοδωρής Μυστιλόγλου, ένα πολύ ταλαντούχο παιδί, το οποίο κρύβει πολλά όμορφα τραγούδια στο συρτάρι του. Ακούγοντας λοιπόν πολλές από τις δημιουργίες του στάθηκα σε αυτή και αποφάσισα να ερμηνεύσω αυτό το όμορφο τραγούδι.

Πώς διαμορφώσατε και καταλήξατε στο δικό σας μουσικό στίγμα;

Για να καταλήξει κάποιος στο δικό του προσωπικό του αποτύπωμα πρέπει να περάσει από μια διαδικασία η οποία είναι σαν ψυχοθεραπεία. Πρέπει δηλαδή να συνειδητοποιήσει ως τι θέλει να υπάρχει μέσα στον απέραντο αυτό χώρο της μουσικής.

Έτσι λοιπόν κι εγώ, από τη μια έλαβα υπόψιν μου τα ακούσματα που αγαπώ και από την άλλη κατευθύνθηκα προς όλα αυτά που θεωρώ ότι μου ταιριάζουν και μπορώ να τα υποστηρίξω και να νιώθω άνετα με αυτά.

Ποιος πιστεύετε ότι είναι ο ρόλος του καλλιτέχνη στην κοινωνία;

Ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι πολλαπλός. Κατ’ αρχάς είναι ο ταξιδευτής όλων αυτών των ανθρώπων οι οποίοι αναζητούν απόδραση μέσω της τέχνης. Κατά δεύτερον έχει το σπουδαίο καθήκον να διαμορφώνει την αισθητική μας αλλά και να μεταλαμπαδεύει τον πολιτισμό μας.

Και βέβαια ας μην ξεχνάμε ότι ο καλλιτέχνης γίνεται πολλές φορές και εκφραστής μηνυμάτων, πράγμα που αποδεικνύεται αν αναλογιστούμε τη στενή σύνδεση της τέχνης με τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω μας.

Τι θα ακούσουμε στον κήπο του Νομισματικού μουσείου και με ποια διάθεση ετοιμάσατε το πρόγραμμα αυτής της βραδιάς;

Η βραδιά στο νομισματικό μουσείο αποτελεί τον δικό μου φόρο τιμής στη γαλλική μουσική που τόσο αγαπώ. Θα ακουστούν γαλλικά τραγούδια, τόσο παλαιότερα όσο και πιο σύγχρονα, τα οποία είναι αγαπητά από το ελληνικό κοινό. Επίσης θα παρουσιαστούν και οι γαλλικές εκδοχές πολλών πασίγνωστων ελληνικών τραγουδιών.

Ετοιμάζοντας το πρόγραμμα αυτό, κυριαρχούσε η επιθυμία μου να αναδείξω αυτόν τον δίαυλο επικοινωνίας που υπήρχε από πάντοτε μεταξύ της ελληνικής και της γαλλικής μουσικής.

Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;

Στα μελλοντικά μου σχέδια είναι κάποιες διασκευές αγαπημένων μου τραγουδιών για φωνή και άρπα τις οποίες θα ακούσετε σύντομα. Επίσης θα παρουσιαστούν και δύο συμμέτοχες μου σε δισκογραφικές δουλειές. Και βέβαια σχεδιάζω κάποιες εμφανίσεις μέσα στο καλοκαίρι που σύντομα θα ανακοινωθούν.

 

ΛΙΝΑ ΡΟΔΟΠΟΥΛΟΥ

Η Λίνα Ροδοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα και από τα πρώτα μαθητικά της χρόνια έδειξε ιδιαίτερη κλίση στη μουσική και τις τέχνες. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο σπούδασε μουσική (κλασσική κιθάρα και Δίπλωμα Μονωδίας) καθώς και χορό, με δίπλωμα των τριών αστεριών στη Jazz.

Έχει διδάξει τραγούδι στην παιδική και μικτή χορωδία του δήμου Βριλησσίων και Μαρκόπουλου, καθώς και στη χορωδία Ν. Ερυθραίας, όπου διδάσκει έως και σήμερα ως βοηθός του μαέστρου Παναγή Μπαρμπάτη. Έχει εμφανιστεί ως χορωδός και υπεύθυνη διδασκαλίας στο Καλλιμάρμαρο Παναθηναϊκό Στάδιο, καθώς και στο μέγαρο μουσικής για την παράσταση «Όλη η Ελλάδα για τον Μίκη» 2017.

Ως σολίστ, συμμετείχε στο ΟΑΚΑ σε αφιέρωμα στον Γ. Χατζηνάσιο μαζί με τον ίδιο, ενώ έχει επίσης συμπράξει με χορωδίες σε πολλά φεστιβάλ εντός και εκτός Αθηνών. Μετρά πολλές εμφανίσεις στις Αθηναϊκές μουσικές σκηνές με ποικίλο διεθνές και Ελληνικό ρεπερτόριο, καθώς και σε τηλεοπτικές αλλά και ραδιοφωνικές εκπομπές.

Την προσωπική της δισκογραφία αποτελούν ο γαλλόφωνος δίσκος της «Nouvelle Passion», σε μουσική επιμέλεια και κλασσικές κιθάρες του Παναγιώτη Μάργαρη, αλλά και τα ελληνόφωνά της τραγούδια που κυκλοφορούν ως singles. Την ερμηνεία της στο τραγούδι συνοδεύει η κέλτικη άρπα.

 

 

 

Back to top