“Τι μένει από τη νύχτα”

Η βράβευση με το Prix Méditerranée 2017 του νέου βιβλίου της Έρσης Σωτηροπούλου και η επικείμενη εκδήλωση για την παρουσίασή του στη Ρόδο που με μεγάλο ενδιαφέρον περιμένουμε, στάθηκαν η αφορμή για μία εφ’ όλης της ύλης συζήτηση με τη γνωστή  συγγραφέα.   Το μυθιστόρημα της Έρσης Σωτηροπούλου «Τι μένει από τη νύχτα» απέσπασε το Βραβείο «Μεσόγειος» (Prix Méditerranée 2017), που απονέμεται κάθε χρόνο σε έναν συγγραφέα μεσογειακής χώρας του οποίου το βιβλίο έχει μεταφραστεί στα γαλλικά (γαλλικός τίτλος «Ce qui reste de la nuit», εκδ. Stock). Με το συγκεκριμένο σημαντικό βραβείο, γνωστό ως Prix Méditerranée Étranger (Βραβείο Ξενόγλωσσης Μεσογειακής Λογοτεχνίας), έχουν τιμηθεί τα προηγούμενα χρόνια συγγραφείς του μεγέθους του Άμος Οζ, του Αντόνιο Ταμπούκι, του Ουμπέρτο Έκο, του Κλαούντιο Μάγκρις, του Ισμαήλ Κανταρέ, του Χουάν Γκοϊτισόλο, του Ορχάν Παμούκ, του Αντόνιο Μουνιόθ Μολίνα. Την κριτική επιτροπή του Βραβείου «Μεσόγειος» αποτελούν διακεκριμένοι συγγραφείς και μέλη της Γαλλικής Ακαδημίας. Στο «Τι μένει από τη νύχτα» η Έρση Σωτηροπούλου μάς μεταφέρει στο Παρίσι του 1897, σε μια εποχή όπου η μεγάλη πρωτεύουσα ανασαίνει ένα άρωμα fin de siècle στο κέντρο μιας Ευρώπης ταραγμένης και ανήσυχης. Παρακολουθούμε τρεις μέρες από το ταξίδι αναψυχής του –νεαρού τότε– Κωνσταντίνου Καβάφη, ο οποίος δε δίνει μόνο τη μάχη της ποιητικής του ωρίμανσης, αλλά συναντά και άλλα εμπόδια στον δρόμο του: την ομοφυλοφιλία του που τον βασανίζει και το τυραννικό δέσιμο με τη μητέρα του, πίσω στη μοιραία Αλεξάνδρεια όπου ασφυκτιά. Η Έρση Σωτηροπούλου στηρίχτηκε σε σπάνιο αρχειακό υλικό και σε πλούσια βιβλιογραφία, για να συνθέσει ένα καθαρό μυθιστόρημα που μας μιλάει για τη δύσκολη σχέση τέχνης και ζωής και για την ερωτική επιθυμία ως κίνητρο δημιουργίας με αφορμή την προσωπικότητα σε εξέλιξη του μεγάλου ποιητή. Η ιστορία ανασυνθέτει τη μεταβατική στιγμή κατά την οποία ο Καβάφης, μακριά από την ασφυκτική αλλά μοιραία και μοναδική Αλεξάνδρεια, βυθίζεται στον εαυτό του, αναψηλαφεί τα πάθη του, βασανίζεται από αμφιβολίες και φθάνει ως την αυτομαστίγωση, δοκιμάζοντας ταυτόχρονα τα όρια της ποιητικής μορφής, εξωθώντας την πέρα από τους κανόνες και πυρπολώντας τη με τη στοχαστική του φαντασία. Ένα μυθιστόρημα ιδεών και μια τολμηρή μυθοπλαστική ανασύσταση της προσωπικότητας του μεγάλου ποιητή.   Συνέντευξη στην Ευρυδίκη Κοβάνη Κυρία Σωτηροπούλου, συγχαρητήρια για το καταπληκτικό μυθιστόρημά σας και τη βράβευσή σας με το Prix Méditerranée 2017. Γνωρίζοντας τα προηγούμενα βιβλία σας, δεν σας κρύβω ότι ξαφνιάστηκα μ’ αυτή τη θεαματική στροφή. Αν κάνω λάθος διορθώστε με, αλλά νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείτε ως ήρωα ένα υπαρκτό πρόσωπο. Ποιο ήταν το στοιχείο που περισσότερο σας γοήτευσε στον Καβάφη ώστε να γράψετε ένα μυθιστόρημα γι’ αυτόν; Πώς αποφασίσατε ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα; Όταν αρχίζω ένα βιβλίο, δεν έχω ιδέα με τι μπλέκω, ούτε πόσο χρόνο θα μου πάρει. Υπάρχει μια πνοή μέσα μου, μια δύναμη που νιώθω ότι με παρασύρει. Όμως από συγγραφική άποψη και εκ των υστέρων, όλα φαίνονται πιο δύσκολα. Αν από την αρχή ήξερα ότι το Τι μένει από τη νύχτα θα γινόταν τόσο σύνθετο και πλούσιο, ότι οι ανάγκες τεκμηρίωσης θα έμοιαζαν στην αρχή τουλάχιστον ανεξάντλητες κι ότι θα έμπλεκα σ'ένα εξαντλητικό γαϊτανάκι, σ'έναν καμβά με κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις που επιπλέον θα μου έτρωγε έξι χρόνια από τη ζωή μου, το πιθανότερο είναι ότι θα τα είχα παρατήσει. Αυτό συμβαίνει συχνά με το γράψιμο. Θέλω να πω ότι αν ο συγγραφέας είχε από την αρχή μπροστά του όλες τις δυνατότητες και τις επιπτώσεις του σχεδίου του και ήξερε ακριβώς τι θέλει να γίνει το ίδιο το βιβλίο, και κυρίως ότι αυτό είναι πολύ πιο φιλόδοξο από τις δικές του επιδιώξεις, δεν θα είχε το κουράγιο να ξεκινήσει. Η ιδέα γεννήθηκε μέσα μου πριν πολλά χρόνια. Το 1984 επιμελήθηκα στο Palazzo Venezia στη Ρώμη μια έκθεση αφιερωμένη στον Κωνσταντίνο Καβάφη. Είχα πρόσβαση σε όλο το αρχειακό υλικό και μου έκανε εντύπωση ότι δεν υπήρχε καμια προσωπική μαρτυρία του ποιητή γι’αυτό το ταξίδι σε Παρίσι και Λονδίνο τον Μάιο-Ιούνιο του 1897. Ήταν το μοναδικό ταξίδι αναψυχής της ζωής του. Τι έκανε εκεί; Ποιους συνάντησε; Το Παρίσι ακτινοβολούσε εκείνη την εποχή, ήταν η Μέκκα του πολιτισμού. Πώς τον επηρέασε; Άρχισα να γράφω ξεκινώντας από ερωτήματα. Επίσης μ’ενδιέφερε ο Καβάφης ως νέος. Ήταν 34 ετών όταν πήγε στο Παρίσι.  Έχουμε γι’ αυτόν την εικόνα ενός ποιητή ήδη γερασμένου και κατασταλαγμένου σαν να μη γνώρισε νεανική ηλικία. Ο Καβάφης νέος είχε γράψει μάλλον αδέξια ποιήματα. Εκείνο που με αινιγμάτισε ήταν το πέρασμα από τον νέο ποιητή στον ώριμο, το πώς ο Καβάφης έγινε ο Καβάφης που ξέρουμε και μέσα από ποιες επώδυνες συχνά διαδικασίες χρειάστηκε να περάσει.   Το «Τι μένει από τη νύχτα» ωστόσο δεν είναι μόνο ένα μυθιστόρημα για τον Καβάφη και το Παρίσι της Belle époque, αλλά κυρίως ένα μυθιστόρημα για τη διαδικασία της ποιητικής σύλληψης και γραφής, ένα θέμα που σας έχει απασχολήσει και σε παλαιότερα έργα σας. Πώς γεννιέται ένα ποίημα; Έχετε δίκιο, αυτός είναι ο πυρήνας του βιβλίου μου και κατά κάποιο τρόπο ξεπερνάει την περίπτωση Καβάφη. Πιστεύω ότι η ερωτική επιθυμία και η δημιουργία είναι αξεχώριστα. Ο ερωτισμός είναι εκείνο που κινητοποιεί τον μηχανισμό της γραφής. Όμως υπάρχουν εμπόδια, αναστολές. Μέχρι το ταξίδι του Παρισιού, ο Καβάφης είχε γράψει ποιήματα λυρικά, αδύναμα και λιγότερα άρτια ως προς την τεχνική. Αλλά κυρίως δεν είχε τολμήσει ακόμα να γράψει για την επιθυμία του για άλλους άντρες με τρόπο ανοιχτό, μη απολογητικό. Αυτό το κατάφερε αργότερα, ήρθε μετά από μια πορεία δύσκολη.

Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς; Ποια έργα έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην πορεία σας ως αναγνώστρια αλλά και ως συγγραφέας; Μ’ αρέσουν πολλοί συγγραφείς. Θα ήμουν ορφανή, φτωχότερη χωρίς τα βιβλία τους.  Καταλυτικό ρόλο έπαιξαν οι ποιητές που διάβασα στην εφηβεία μου, ο Έλιοτ, ο Έζρα Πάουντ, ο ε.ε.κάμμινγκς, στους οποίους πάντα επιστρέφω.   Θα λέγατε ότι τα έργα σας είναι βιωματικά; Ναι και όχι. Σ’ όλα τα βιβλία μου υπάρχουν βιωματικά στοιχεία που στην πορεία μεταλλάσσονται, παίρνουν μια ανεξαρτησία από μένα κι αυτό μ’ αρέσει, με συναρπάζει ως αναγνώστη γιατί συχνά η μπρούτα απεικόνιση μιάς εμπειρίας είναι άδεια, ανιαρή.   Τι απογίνονται οι ήρωές σας όταν τελειώνετε τα βιβλία σας; Το έχω σκεφτεί αρκετές φορές. Μια δυο φορές μπήκα στον πειρασμό να τους ακολουθήσω αφού το βιβλίο είχε τελειώσει.  Ιδιαίτερα τον Σιντ από το Ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές που τον άφησα στο δρόμο μ’ ένα κλουβί στο χέρι μέσα σ’ένα σύννεφο σκόνης.   Γιατί γράφετε; Τι είναι η γραφή για εσάς; Δεν ξέρω να κάνω τίποτα άλλο. Δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο.  Είναι σαν η γραφή να με επέλεξε όταν ήμουν πολύ μικρή.   Αυτή την εποχή γράφετε κάτι καινούργιο;  Θα κυκλοφορήσει σε λίγο το νέο μου βιβλίο με τίτλο «Μπορείς;» Δεν υπάρχει αφήγηση όπως την έχουμε συνηθίσει. Παρακολουθούμε την ιστορία μέσα από ιμέιλ και μηνύματα viber.   Η Έρση Σωτηροπούλου θα συζητήσει για λογοτεχνία με τη Γεωργία Ζακοπούλου με αφορμή το βιβλίο «Τι μένει από τη νύχτα» στο Rockn Roll την Πέμπτη 6 Απριλίου, ώρα 20.00   Η Έρση Σωτηροπούλου έχει γράψει ποιήµατα, νουβέλες, µυθιστορήµατα. Το βιβλίο της Ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές βραβεύτηκε το 2000 µε το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήµατος και µε το Βραβείο του περιοδικού Διαβάζω. Από τις Εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα µυθιστορήµατά της Εύα (Bραβείο Ακαδημίας Αθηνών – Ίδρυμα Πέτρου Χάρη), Η φάρσα, και η συλλογή διηγημάτων Να νιώθεις μπλε, να ντύνεσαι κόκκινα (Κρατικό Bραβείο Διηγήματος 2012). Έργα της έχουν µεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, γερµανικά, ισπανικά, ιταλικά και σουηδικά.  
Back to top